Συνήθιζα να κοιτάζω τους ραγισμένους τους καθρέφτες
Να βλέπω εκείνα που τρομάζουν τους δειλούς
Συνήθιζα να πίνω τις αλήθειες τις πικρές
στο τραπέζι της ψυχής, πικρός να σερβίρεται κι ο καφές.
Έδωσα κομμάτια της ψυχής μου-λάθος-
όλα τα τριαντάφυλλα από τον κήπο της τα χάρισα-λάθος-
Τώρα όφελος πια δεν έχει
όλα τα ξεπούλησα στο χρόνο τον κλέφτη.
Τώρα οι αντοχές μου σκίστηκαν στη μέση
Τα μάτια μου δεν αντέχουν τόσες ραγισματιές
Τη μνήμη τρυπάνε, πονάνε πολύ οι αλήθειες
στολισμένος ο καθρέφτης με νυχτολούλουδα και πίκρες.
Τώρα μια θάλασσα ξεχύνεται
Έξω απ' το ραγισμένο τον καθρέφτη
Μια θάλασσα σαν τον ήλιο το πρωί, που με κοιτάει στα μάτια
και παρασέρνει τις σκιές, χίλια κομμάτια.
Κι εγώ δεν οδύρομαι πια
Κρύβω τις αλήθειες στις τσέπες της λήθης
Στολίζω το ραγισμένο τον καθρέφτη, μ' είδωλα απατηλά
στη θάλασσα κρεμάω ,χρυσοστόλιστα φλουριά.
Ο καφές πικραμένος, άδειο το τραπεζάκι
Το δελτίο του καιρού έκτακτο για σήμερα
Το κραγιόν κατακόκκινο, φωτίζει την ψυχή, ποτέ δεν με ξάφνιασε κι ας ήταν κι αυτό ένα μεγάλο-λάθος-
κυλάει η ζωή, στολίζεται με πάθος.
Κι εσύ καθ' αυγή μέσα μου ξαναγεννιέσαι
Για να καλμάρεις την όψη της ψυχής μου
Για να χρυσώνεις το ραγισμένο μου καθρέφτη, το φως δρόμο ν' αλλάζει
στην αγκαλιά μου πάντα μέσα να κουρνιάζει..!!💟
